Με το τέλος της προηγούμενης χρονιάς συμπληρώθηκαν δέκα χρόνια ύφεσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, για την ακρίβεια ύφεσης στη συνεχιζόμενη μεταξύ τους αντιπαλότητα. Παρά την ύφεση δεν έχει επιλυθεί καμία ελληνοτουρκική διαφορά (από τις πολλές που υπάρχουν) και οι δύο λαοί εξακολουθούν να θεωρούν ακόμη και σήμερα, με βάση τις σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης, την άλλη πλευρά ως την κυριότερη απειλή και τον βασικό εχθρό που θέλει το κακό τους. Στην ελληνική περίπτωση η τουρκική απειλή, ο γνωστός ως «εξ ανατολών κίνδυνος», ακόμη και ο επεκτατισμός (Αιγαίο, Κύπρος, ίσως και Θράκη) συνεχίζουν να θεωρούνται δεδομένα, σε ένα ευρύ φάσμα του ελληνικού λαού και των ελληνικών κομμάτων, όπως συνέβαινε την επαύριον της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο τον Ιούλιο- Αύγουστο του 1974.
Οι ελληνικές αυτές κατηγορίες αφήνουν άναυδους τους Τούρκους που δεν θεωρούν τη χώρα τους απειλητική και επεκτατική. Η κυρίαρχη τουρκική άποψη είναι ότι απειλητική και επεκτατική ήταν- και είναι- η Ελλάδα, αρχικά με τη Μεγάλη Ιδέα, που την οδήγησε, το 1919-22, μέχρι του σημείου να καταλάβει τη Σμύρνη και να εισβάλει («κατοχή και εισβολή» όπως τη λένε) στην καρδιά της Τουρκίας, με προφανή στόχο την εξαφάνιση της Τουρκίας ως κράτους από το πρόσωπο της Γης. Όταν η Μεγάλη Ιδέα εγκαταλείφθηκε το 1922, με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, οι Έλληνες έθεσαν (κατά τους Τούρκους) σε τροχιά μία άλλη στρατηγική επέκτασης, λιγότερο μετωπική αλλά καταχθόνια, την επέκταση και αλλαγή συνόρων διά της νομικής οδού, ειδικά στο Αιγαίο, με στόχο να μετατρέψουν το Αιγαίο σε «ελληνική θάλασσα», σαν η Τουρκία να είχε παράλια μόνο στη Μαύρη Θάλασσα και στην Ανατολική Μεσόγειο. Πρόκειται για σταδιακή επέκταση: εναέριος χώρος από τα 3 μίλια στα 10 μίλια (1931), χωρικά ύδατα από τα 3 στα 6 μίλια (1936), μελλοντική επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, κλείνοντας έτσι την Τουρκία τελείως από την ανοικτή θάλασσα στο Αιγαίο, εξ ου και το τουρκικό casus belli. Κατά τους Τούρκους, κατ΄ εξοχήν ελληνικός επεκτατισμός υπάρχει και με την Κύπρο: ένωση (δηλαδή προσάρτηση) από το 1954 μέχρι το 1974, ως κύρια επιδίωξη, και πιο πρόσφατα, αμυντική (ενιαίο αμυντικό δόγμα), πολιτιστική αλλά και έμμεση πολιτική ένωση Ελλάδας- Κύπρου, μέσω της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Oι Τούρκοι θεωρούν ότι έχουν παραμείνει πιστοί στις αρχές του Κεμάλ. Ο Κεμάλ είχε εδραιώσει ως βασικό δόγμα ότι η Τουρκία παραμένει στα υπάρχοντα σύνορά της και δεν επιζητεί περιπέτειες που άλλωστε είναι ανέφικτες και δημιουργούν εχθρικούς γείτονες. Η θέση αυτή βρίσκεται διατυπωμένη και στο περίφημο «Εθνικό Σύμφωνο» ( Μισάκ-ι-Μιλί ) που υιοθετήθηκε από την οθωμανική βουλή στην Κωνσταντινούπολη (20 Ιανουαρίου 1920). Η Τουρκία- αλλά και η σοβαρή τουρκική και διεθνής βιβλιογραφία- θεωρεί ότι η μόνη φορά που η χώρα παρέβη (από το 1923 που ιδρύθηκε μέχρι σήμερα) την αρχή αυτή είναι με την προσάρτηση της Αλεξανδρέττας από την υπό γαλλική εντολή Συρία το 1939. Η εισβολή στην Κύπρο το 1974 δεν θεωρείται από τους Τούρκους προσπάθεια επεκτατισμού αλλά νομιμοποιημένη ενέργεια για να αποφευχθεί η ένωση Κύπρου- Ελλάδας και για να σωθούν οι Τουρκοκύπριοι από τους Ελληνοκύπριους που τότε τους απειλούσαν- κατά την κυρίαρχη τουρκική πρόσληψη- με διωγμό και σφαγές. Το βέβαιο είναι ότι οι τουρκικοί φόβοι είναι ειλικρινείς (όπως άλλωστε και οι αντίστοιχοι ελληνικοί) και στην περίπτωσή τους μάλιστα συνδέονται και με το γνωστό ως «σύνδρομο των Σεβρών». Δηλαδή τον τρόμο διαμελισμού της χώρας τους όπως με τη Συνθήκη των Σεβρών του 1920. Οι Τούρκοι θεωρούν ότι δεν απειλούν την Ελλάδα ούτε θέλουν να επεκταθούν εις βάρος της (αφήνω βέβαια κατά μέρος τις κατά καιρούς ιαχές των ακραίων εθνικιστών του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης, δηλαδή το αντίστοιχο του ΛΑΟΣ στην Τουρκία).
Η συνεχιζόμενη ελληνική εμμονή στον «εξ ανατολών κίνδυνο» φαντάζει εξωπραγματική (όχι μόνο στους Τούρκους, αλλά και στους Ευρωπαίους και Αμερικανούς) με δεδομένη την τουρκική πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι δυνατόν η Τουρκία να θέλει να ενταχθεί στην Ε.Ε. ως πλήρες μέλος (ή έστω ως «προνομιούχος εταίρος») και από την άλλη να θέλει να κάνει ό,τι το πιο εχθρικό, να θέλει να αρπάξει ελληνικά- δηλαδή ευρωπαϊκά- εδάφη;
Ο Αλέξης Ηρακλείδης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ανάλυσης Συγκρούσεων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.
ΟΙ ΤΟΥΡΚΙΚΟΙ ΦΟΒΟΙ
είναι ειλικρινείς (όπως άλλωστε και οι αντίστοιχοι ελληνικοί) και στην περίπτωσή τους μάλιστα συνδέονται και με το γνωστό ως «σύνδρομο των Σεβρών». Δηλαδή τον τρόμο διαμελισμού της χώρας τους όπως με τη Συνθήκη των Σεβρών του 1920
1 σχόλιο:
Συγχαρητήρια! καλό είναι να μαθαίνουμε και για την άποψη των απέναντι!
Δημοσίευση σχολίου