Πότε θα μάθουμε ποιός τα πήρε;
Παράνομες πληρωμές ύψους 96 εκατ. ευρώ εντόπισε η εισαγγελία του Μονάχου
Ενα τεράστιο ποσό προμηθειών, αξίας περίπου 96 εκατ. ευρώ σε παράνομες πληρωμές, ο δικαστικός «καβγάς» μιας τουλάχιστον υπεράκτιας εταιρείας με τη Ferrostaal AG, αλλά και ένας λογαριασμός στη Λουκέρνη της Ελβετίας είναι τα νεότερα ευρήματα της εισαγγελίας του Μονάχου, στο πλαίσιο έρευνας για τις «μίζες» των υποβρυχίων τύπου 214, που πούλησε η κοινοπραξία HDW/Thyssen Krupp/Ferrostaal στην Ελλάδα.
Η εισαγγελία κατηγορεί τον έως την προσεχή εβδομάδα πρόεδρο της Ferrostaal Ματίας Μίτσερλιχ, ότι μαζί με τους συναδέλφους του Μίχαελ Μπεκ και Κλάους Λέσκερ έβαλαν την υπογραφή τους κάτω από ένα έμβασμα 11 εκατ. ευρώ στον ελβετικό λογαριασμό μιας εταιρείας των Bρετανικών Παρθένων Νήσων που συνδέεται με τις πληρωμές «για τα ελληνικά υποβρύχια». Η εταιρεία των Βρετανικών Παρθένων Νήσων (σ.σ. το όνομά της είναι γνωστό στην «Κ») διεκδίκησε με προσφυγή στο πρωτοδικείο του Εσσεν μία «αμοιβή» 67 εκατ. ευρώ για «υπηρεσίες» που, όπως ισχυριζόταν, είχε προσφέρει για την πώληση των υποβρυχίων στην Ελλάδα. Τελικά, επήλθε εξωδικαστικός συμβιβασμός στα 11 εκατ. Το ίδιο το λογιστήριο της Ferrostaal αναρωτήθηκε για ποιες υπηρεσίες έχουν καταβληθεί αυτά τα χρήματα, αλλά το δικηγορικό γραφείο του Ντίσελντορφ Simon&Simon συμβούλευσε τη διοίκηση της εταιρείας να μην προχωρήσει στην εκδίκαση της υπόθεσης που συνδεόταν με «σοβαρούς κινδύνους για την εταιρεία», κινδύνους που πήγαζαν από τη φύση των πληρωμών.
Η εισαγγελία του Μονάχου υποψιάζεται ότι στις διεκδικήσεις αυτές είχαν ανάμειξη πρώην στελέχη της Ferrostaal, που ευνοήθηκαν από τις πληρωμές προς Ελληνες αξιωματούχους· διατυπώνεται, μάλιστα, η υπόθεση ότι πιθανόν να έχουν ανάμειξη σε δωροδοκία ξένων αξιωματούχων με ιδιαίτερα επιβαρυντικές περιστάσεις.
Η κύρια υποψία όμως των εισαγγελικών αρχών του Μονάχου αφορά την εταιρεία Marine Industrial Enterprises SA (ΜΙΕ) στην οποία φέρονται μέτοχοι εξ ημισείας ο Ελληνας Μ.Μ. και ένας Βρετανός υπήκοος. Η συνεργασία της εταιρείας αυτής με τη Ferrostaal βασίστηκε σε μία συμφωνία για «υπηρεσίες συμβούλων», που υπεγράφη τον Φεβρουάριο του 2000 και επεκτάθηκε τον Οκτώβριο του 2003, σε ημερομηνίες που σχετίζονται με την υπογραφή των συμβάσεων τόσο για την παραγγελία των υποβρυχίων 214 όσο και με την τροποποίηση της σχετικής σύμβασης. Με βάση αυτές τις συμφωνίες, στην τριετία 2000-2003 κατευθύνθηκαν προς ένα λογαριασμό της εταιρείας MIE στην τράπεζα UBS της Λουκέρνης, 83,97 εκατ. ευρώ. Στο λογιστήριο της Ferrostaal έκαναν την παρατήρηση ότι τα τιμολόγια που κόβονταν στην ΜΙΕ δεν είχαν ΦΠΑ (!!!) αλλά και ότι το μέγεθος της εταιρείας συμβούλων δεν δικαιολογούσε την πληρωμή ενός τόσο μεγάλου ποσού για έργο το οποίο η αντισυμβαλλόμενη, με τη Ferrostaal (FS), εταιρεία ΜΙΕ δεν ήταν σε θέση να ΥΛΟΠΟΙΗΣΕΙ. Επίσης δεν διέλαθε της προσοχής των λογιστών ότι τα χρήματα δίνονταν χωρίς να ισχύουν τα «γεγονότα κατασκευής» (Milestones) που καθορίζουν την αποπληρωμή σε όλες τις εργασίες ναυπήγησης. Με μία κουβέντα, το φορολογικό ζήτημα ήταν αυτό που οδήγησε τους ανακριτές του Μονάχου να τεκμηριώσουν την ευθύνη του Μίτσερλιχ.
Και αυτό γιατί εκτός των άλλων, οι παράνομες πληρωμές 2000-2003 έχουν όλες παραγραφεί για τη Γερμανία στο ποινικό σκέλος, όχι όμως φορολογικά και αστικά. Γι’ αυτό άλλωστε, η εισαγγελία του Μονάχου, που κατηγορεί τα στελέχη της FS για «απιστία και δωροδοκία ξένων αξιωματούχων», για το διάστημα από το 2005 και μετά, οπότε οι πράξεις δεν έχουν παραγραφεί στη Γερμανία, ζητεί από την FS να καταβάλει 240 εκατ. ευρώ, δείχνοντας έτσι έναν πιθανό δρόμο και για το ελληνικό δημόσιο. Ακόμα και αν δεν βρεθεί το «ποιοι πήραν τα χρήματα», μία απόφαση του ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου της Γερμανίας επιβεβαιώνει ότι η ζημιά του πελάτη θεωρείται αυταπόδεικτη από τη στιγμή κατά την οποία βεβαιωθεί ότι εισέρρευσαν «μαύρα χρήματα» από τον πωλητή, που περιλαμβάνονταν στο τελικό τίμημα. Χρήση αυτής της απόφασης κάνει η διοίκηση του ΟΤΕ στην αστική της διαφορά με τη Siemens ενώπιον των γερμανικών δικαστηρίων.
Τ. Τελλογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου