Κυριακή 10 Απριλίου 2011

Η διάσπαση της “4ης Εξουσίας”

“Τέσσερις ημέρες απεργία στα Μέσα Ενημέρωσης! Θα ξεσαλώσουν αυτοί εκεί μέσα…”, μού έλεγε χθες φίλη, δείχνοντας το κτίριο της Βουλής. Τί να τής απαντήσεις; Ότι η ελληνική δημοσιογραφία άγεται και φέρεται από τις συνδικαλιστικές ανοησίες της ΕΣΗΕΑ; Ό,τι όλοι είναι έρμαια των αφεντικών; Ότι όλα αυτά τα χρόνια, το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα των δημοσιογράφων σπρώχνει την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού προς τα κάτω;
Αυτά δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι τον καιρό αυτόν, οι πολίτες τείνουν να ξεπεράσουν τους δημοσιογράφους. Και 4 ημέρες αποτοξίνωσης από τις ανοησίες της ελληνικής τηλεόρασης και τις φωνασκίες του ραδιοφώνου δεν βλάπτουν κανέναν. Όσο για τις εφημερίδες, εξελίσσονται σε προστατευόμενο “είδος προς εξαφάνιση”, που οι απεργίες αποδομούν ακόμη περισσότερο. Ούτε αυτές θα τούς λείψουν.
Και βέβαια η έλλειψη πληροφόρησης τον καιρό της κρίσης είναι επικίνδυνο φαινόμενο. Αλλά τί περιμένει κανείς; Είναι θέμα κοινής λογικής. Πόσο αντι-συνδικαλιστικό άραγε θα ήταν αν τις ημέρες των απεργιών (αυθεντικών ή λόγω συμπαράστασης), υπήρχε ένας ειδησεογραφικός ιστότοπος της ΕΣΗΕΑ με προσωπικό ασφαλείας; Ούτε αυτό δεν κάνουν οι “λειτουργοί” των ειδήσεων. Επιμένουν (άγνωστο γιατί) να συμπεριφέρονται ως δημόσιοι υπάλληλοι ενός μονοπωλίου που αποσυντίθεται και να τιμωρούν τους πολίτες, αποστερώντας τους την πληροφόρηση.
Η αλήθεια των πραγμάτων, όμως, βρίσκεται αλλού, σε σοβαρότερα προβλήματα, πιο διαρθρωτικού χαρακτήρα, τα οποία προκειμένου να συζητηθούν θα πρέπει να ξεκαθαριστεί η χρησιμότητα του επαγγέλματος. Η γνώμη μου είναι ότι οι “δημοσιογράφοι”, αν και όχι με τη σημερινή τους μορφή, και ούτε με αυτόν τον τίτλο, δεν θα πάψουν ποτέ να είναι χρήσιμοι στο κοινωνικό σύνολο.
Οι πολίτες χρειάζονται ομάδες ανθρώπων που θα ασχολούνται με την αξιολόγηση των πληροφοριών, που προωθούν οι κατεστημένες πηγές πληροφόρησης. Και οι ενδιάμεσοι αυτοί, θα πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο ανεξάρτητοι, πιο ανθεκτικοί στις πιέσεις, πιο οργανωμένοι, πνευματικά και τεχνολογικά και κυρίως να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν και να επωφελούνται από τις νέες τάσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το νέο πεδίο της ψηφιακής τεχνολογίας, όπου προς το παρόν, στην περίπτωση της αναπτυσσόμενης ελληνικής αγοράς, οι ευκαιρίες είναι όσα και τα προβλήματα. Ο μέσος Έλληνας δημοσιογράφος, στην περίοδο της επαγγελματικής ωρίμανσης, εκεί κάπου στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του, δεν έχει ιδιαίτερες ψηφιακές ικανότητες. Αδυνατεί να εκμεταλλευτεί την πλούσια γκάμα των ψηφιακών εργαλείων. Δείχνει να μην αντιλαμβάνεται πλήρως την επίδραση των ψηφιακών επικοινωνιών στους πολίτες, ενώ πιστεύει ότι η επιστροφή του στα θρανία δεν ταιριάζει με έναν επαγγελματία, ο οποίος ήδη καλοβλέπει θέσεις ευθύνης. Από το άλλο μέρος, μικρότεροι σε ηλικία συνάδελφοι, πιο ψηφιακά ικανοί και δραστήριοι δεν παίζουν ακόμη ρόλο στα πράγματα, είναι δε, επηρεασμένοι από τις αυτοκαταστροφικές τάσεις των μεγαλύτερων και τις συνθήκες αποδόμησης του δημόσιου χαρακτήρα του επαγγέλματος.
Γεγονός είναι ότι η λέξη “δημοσιο-γράφος” δεν σημαίνει παρά ελάχιστα πια. Η ψηφιακή τεχνολογία δίνει σε όλους τους ενεργούς πολίτες τη δυνατότητα να εκφράζονται γραπτώς δημοσίως, και σε αρκετές περιπτώσεις με πιο ουσιαστικό τρόπο από τον μέσο επαγγελματία.
Η αμεσότητα της ψηφιακής επικοινωνίας και η αποδιαμεσολάβηση του δημοσιογραφικού κλάδου από τη ροή των πληροφοριών διασπά την παραδοσιακή δύναμη των δημοσιογράφων προς δύο κατευθύνσεις: προς τους πολίτες (με την έκρηξη των social media και του blogging) και προς τις πηγές (υπουργεία, επιχειρήσεις, οργανισμοί, κ.λπ.), μέσω των ιστότοπων που χειρίζονται και παρουσιάζουν – με δημοσιογραφικό τρόπο – το περιεχόμενο που επιθυμούν να προβάλουν.
Η διάσπαση της δύναμης της άλλοτε “4ης Εξουσίας” δεν μπορεί να αποφευχθεί. Άλλωστε η πραγματική εξουσία πηγάζει από τη δύναμη της δημοσιότητας. Αυτό αποτελεί, συγχρόνως, θετική και αρνητική εξέλιξη. Από τη μια ενδυναμώνει τους πολίτες, αλλά από την άλλη αυξάνει την παρεμβατική δυνατότητα των πηγών. Και εδώ ακριβώς, επανέρχεται η χρησιμότητα του ενδιάμεσου.
Υπάρχει, επομένως, απάντηση: να αλλάξει μορφή η δημοσιογραφία και να επανενωθεί με την κοινωνία μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, της ελευθεριότητας του διαδικτύου, αλλά και αυστηρούς κανόνες αυτοπειθαρχίας και αυτοπροστασίας, που θα διασφαλίσουν την αξιοπιστία του επαγγέλματος και των πληροφοριών-δεδομένων που αυτό διαχειρίζεται.
Τότε, ίσως επιδιορθωθούν και οι στρεβλώσεις, που σχετίζονται περισσότερο με τις προβληματικές επιχειρήσεις των Μέσων Ενημέρωσης και λιγότερο με το ανθρώπινο δυναμικό.
Τότε, ίσως οι πολίτες αποκτήσουν καλύτερη εικόνα των εξελίξεων και απομακρυνθούν από τον κομματικό και κρατικό προστατευτισμό και επιλέξουν να προχωρήσουν μπροστά, εξερευνώντας πιο παραγωγικές πτυχές της ζωής.
Μαζί με τους δημοσιογράφους του μέλλοντος, οι οποίοι δεν θα απαρνιούνται το λειτούργημα της δημοσιοποίησης κάθε φορά που θέλουν αύξηση.
Δημήτρης Καμάρας
το είδαμε στο kostasxan.blogspot.com

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Να υποθέσω ότι τα αρ@@@@α του Κέρβερου αντιπροσωπεύουν την 4η Εξουσία? - ΥΓ

Ανώνυμος είπε...

‘Απεργίας το ανάγνωσμα

-‘Ένα από τα πιο «λαμπρά» δικαιώματα πού παραχωρεί η Δημοκρατία στον Πολίτη (τον ήδη μεταλλαχθέντα εις καταναλωτήν-ιδιώτη), είναι η απεργία. Δικαίωμα καί όπλο συνάμα, οποιουδήποτε ισχυρού πού θα ήθελε να τον εκμεταλλευτεί. Μια διαφορά εργαζομένων καί εργοδοσίας – είτε του ιδιωτικού, είτε του δημοσίου – αντιμετωπίζεται καί έτσι. Μέ απεργία!!! Στις περιπτώσεις, όμως, αυτές στην δημοκρατική σκέψη συμβαίνει ενίοτε κάποια περίεργη στρέβλωση αφού, ο αγρότης, ο ιατρός, ο φαρμακοποιός, ο ταμειακός, ο εκπαιδευτικός, ο λεωφορειούχος, ο βενζινοπώλης, ο ταξιτζής, ο δικηγόρος, ο φορτηγατζής, ο υπάλληλος της καθαριότητας.. ο απεργών, όλοι αυτοί δεν πλήττουν με την απεργία τους άμεσα τον αρμόδιο εξουσιαστικό παράγοντα από τον οποίον διεκδικούν κάτι, αλλά το Όλον του Λαού καί μόνον αυτόν. Η άρχουσα τάξη (από την οποία εξαρτάται η όποια διεκδίκησή τους) της κρατικοθρησκευτικής εξουσίας μένει ουσιαστικά ανενόχλητη, αφού για γιατρούς πάει τσίφ στη Λόντρα, ή την επισκέπτονται κατ’ οίκον οι μεγαλογιατροί της, για ψώνια προτιμά Μιλάνα καί Παρίσια, μένει στα καθαρότερα προάστια με υπηρέτες, αφού τα τέκνα της έχουν δασκάλες, νταντάδες, κολέγια, καί η κίνησή της γίνεται με φουσκωτούς μέ σοφέρ καί λιμουζίνες. Φυσικά, λαμβάνει παχυλοτάτας αμοιβάς αποζημιώσεις, προμήθειας κοινώς μίζας καί λοιπά «έγκριτα» ενθηλακώματα, από τα κρατικά ταμεία, και γενικώς χαμογελάει πικρόχολα και τρίβει τα χέρια της από περισσή χαρά και ικανοποίηση, ταμπουρωμένη μέσα στα απόρθητα κάστρα της. Οι υποτακτικοί της έτσι κι αλλιώς είναι (;) πλασμένοι αυτοί οι «τιποτένιοι» και «άθλιοι» να αλληλομακελεύονται, να αλληλοσκυλεύονται, να αλληλοκοψολεμιάζονται, για ένα κομμάτι ψωμί ή για μια σπιθαμή γής, λίγο πάνω λίγο κάτω!
(συνέχεια)

Ανώνυμος είπε...

Οι απεργοί, στο σύνολό τους, ίσως θάπρεπε να βρουν έναν τρόπο να κατευθύνουν την άρνηση εργασίας καί τήν παροχή υπηρεσιών τους, κατ’ ευθείαν προς τους αρμοδίους. Χάριν παραδείγματος, να τους στερούσαν το νερό, το τηλέφωνο, να εμποδίζουν την μετακίνησή τους. Αντί όλων αυτών, την ταλαιπωρία, το χάσιμο χρόνου ή του μεροκάματου, την αρρώστια ή τον θάνατο, θα τα υποστεί ο ίδιος ο Λαός πού ούτε φταίει, ούτε καί μπορεί να δώσει λύση. Απλά καί στην «ψύχρα» χρησιμοποιείται από τους εκάστοτε απεργούς, σαν ένα είδος «ομήρου» για την αποδοχή του κλαδικού αιτήματος από την εξουσία. Από την άλλη ο υπεύθυνος καί ο αρμόδιος, πού δεν είναι εύκολο ή δεν επιθυμεί να υποχωρήσει, χρησιμοποιεί κι αυτός τον Λαό, επικαλούμενος στην διάλυση στην οποία περιέρχεται, σαν μοχλό πίεσης για την «λύση» της απεργίας.
Κάποτε, γιατί η ζωή συνεχίζεται έτσι κι αλλιώς, απεργοί καί εργοδότες γεφυρώνουν τις διαφορές τους, μοιράζονται κάποια λεφτά(εννοείται από τον κρατικό κορβανά),τακτοποιούν ημετέρους του σκανδαλοληστρικού τους χώρου, ανταλλάσσουν φιλιά, φωτογραφίζονται, δίνουν συνεντεύξεις στα μαρκούτσια, σφίγγουν τα χέρια εκατέρωθεν, καί τέλος καλό όλα καλά! Αλλά για τον Λαό η ζημιά, η ταλαιπωρία, ο θάνατος είναι τετελεσμένα γεγονότα καί ανυπόφορη πραγματικότητα, πού δεν διορθώνεται καί δεν αντικαθίσταται με τίποτα. Γιατί, ποιός καί με ποιόν τρόπο μπορεί να ζητήσει αποκατάσταση, όταν χάσει την υγεία του ή την ζωή του από τήν μη έγκαιρη μετάβαση του ασθενοφόρου τού ΕΚΑΒ εξ αιτίας τής απεργίας των ταξιτζήδων ή των νοσοκόμων;. Ή, ποιός πήρε πίσω τα τέλη καθαριότητας πού υποχρεωτικά καταβάλλει, μέσω της ΔΕΗ, εξ αιτίας της απεργίας των συμπαθέστατων υπαλλήλων τής καθαριότητας;. Και όλα αυτά θα επαναληφθούν σε λίγο καιρό, όταν θα ξεσπάσει μια καινούργια απεργία από άλλον κλάδο, με νέα αιτήματα, καί θάχουμε πάλι κόντρες με τον αξιότιμο κύριο αρμόδιο. Πού όμως, θα σημαίνουν νέες αφόρητες ταλαιπωρίες, σε βάρους του συνόλου του ανθρώπινου παράγοντα καί της ποιότητας ζωής, πέρα από την οικονομική ζημιά καί τον εθισμό σε τακτική μόνιμης χαλάρωσης, διάλυσης καί απαξίωσης θεσμών, δικαιωμάτων, υποχρεώσεων καί κοινωνικών ιστών.
-Τι σημασία όμως έχουν όλα αυτά! Εκείνο τελικά πού μετράει – ο δήμος κρατεί – έστω καί κατά τον περίεργο τρόπο, όπου ένα μικρό κομμάτι του μόνο, πλήττει ένα άλλο κομμάτι (πού βέβαια εκ των πραγμάτων δεν «κρατεί»). Αυτό μπορεί να σημαίνει κάποτε, για όσους μπορούν να δουν καί πιο πέρα από την μύτη τους, ότι η σημερινή Δημοκρατία πέρα των όσων απεργάζονται κάτω από το ένδυμά της, οι κορυφαίοι της εξουσίας, η ίδια αυτή, τείνει να αυτοκαταργηθεί ωσονούπω καί από την «βάση» της, από το παράδοξο φαινόμενο της τόσης καί πλέριας δημοκρατικότητας! .-

Υ.Γ. Αριερωμένο εξαιρετικά, σε όλα τά γλυφτρόνια αρχήδια εξουσιαστικά ή μη, χάριν παραδείγματος Μπομπολιστάν, Λαμπρακιστάν, Αλαφουζιστάν, Βερυκιστάνα. (αρχήδιον = μικρή, ελάχιστη αρχή).

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ