«Παναγία μου έχει δέκα μέρες που είμαι νηστικός…». Δάγκωσε την ντομάτα με βουλιμία που μαρτυρούσε αυτό που είπε. Και τότε είδαν το γκρίζο γεράκι της τουρκικής αεροπορίας που έκανε κατά πάνω τους. Τα μυδράλια έσπερναν ατσάλι, τρόμο και θάνατο, καθώς τα χώματα έβγαζαν σκόνη όπως τα έραβαν οι σφαίρες. Ούτε και που κατάλαβε πως έκανε κίνηση και γλίτωσε. Μέσα στο χαλασμό Κυρίου ανασηκώθηκε μόλις η ριπή πέρασε από κοντά τους. Και το παλληκάρι με την ντομάτα ήταν βουτηγμένο στο αίμα, ακίνητο. Τον άρπαξε αγκαλιά, μα ήταν πεθαμένος.
Και έσφιγγαν καρδιές και ψυχές οι άνθρωποι του Γραφείου Ευημερίας και εξηγούσαν και έπειθαν τα πληγωμένα ζευγάρια με τις γυναίκες που ατίμασαν οι Τούρκοι, να μη χωρίσουν. Να βρουν δύναμη να ζήσουν, γιατί για ό,τι τους έλαχε, δεν έφταιγαν αυτά. Μα άλλοι, εκείνοι που μας τους έφερε σαν φθισικό και σαν ανάθεμα, η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας… Η Μονάδα του, το 256 Τάγμα Μηχανοκίνητου Πεζικού, πολεμούσε ακατάπαυστα από τις 20 Ιουλίου του 1974. Στην εκεχειρία, έμειναν αποκλεισμένοι και η αγωνία των στρατιωτών για το τι θα απογίνουν, δεν τους άφησε ούτε ένα λεπτό. Στο δεύτερο γύρο, κάπου μεταξύ Βασίλειας και Όρκας και αφού είδαν δεκάδες συμπολεμιστές τους να σκοτώνονται στις μάχες, κυνηγημένοι, σταμάτησαν κάπου να ξαποστάσουν, να δουν τι θα κάνουν. Ίσως για να παρακαλέσουν το Θεό, γιατί ένιωθαν, διαισθάνονταν το χνότο του θανάτου που τους έζωνε. Το παλληκάρι θα ήταν 23 χρονών και κάπου βρήκε μια ντομάτα. Έκατσε δίπλα από τον Τάκη Ζόππο, μάλλον σωριάστηκε κατά γης. Ήταν άπλυτοι, διψασμένοι, τρομαγμένοι, απελπισμένοι. Ήταν χαμένοι μέσα στον πόλεμο. Αδύναμοι να αναμετρηθούν με το θηρίο της πολεμικής μηχανής της Τουρκίας, αδύναμοι και να μπορέσουν να γλιτώσουν. Και το παλληκάρι με την ντομάτα, άφησε να βγει από μέσα του σαν βαθύς αναστεναγμός, παρά κουβέντα, το μαρτύριο της πείνας που τραβούσε.
«Παναγία μου έχει δέκα μέρες που είμαι νηστικός…». Δάγκωσε την ντομάτα με βουλιμία που μαρτυρούσε αυτό που είπε. Και τότε είδαν το γκρίζο γεράκι της τουρκικής αεροπορίας που έκανε κατά πάνω τους. Τα μυδράλια έσπερναν ατσάλι, τρόμο και θάνατο, καθώς τα χώματα έβγαζαν σκόνη όπως τα έραβαν οι σφαίρες. Ούτε και που κατάλαβε πως έκανε κίνηση και γλίτωσε. Μέσα στο χαλασμό Κυρίου ανασηκώθηκε μόλις η ριπή πέρασε από κοντά τους. Και το παλληκάρι με την ντομάτα ήταν βουτηγμένο στο αίμα, ακίνητο. Τον άρπαξε αγκαλιά, μα ήταν πεθαμένος. Στο στόμα του ήταν ακόμα η μισή ντομάτα που πρόλαβε να δαγκώσει. Δεν πρόλαβε να την καταπιεί. Και πέρασαν 35 χρόνια και ο κ. Ζόππος δεν σταμάτησε να κλαίει που πέθανε ο φίλος του νηστικός. Θυμάται το κλάμα που έκανε σαν τον κρατούσε πεθαμένο, με την ντομάτα πιτσυλισμένη στα αίματα.
Για άλλο σκοπό αρχίσαμε να μιλάμε με τον κ. Ζόππο και αλλού μας πήρε η κουβέντα μας. Ο πρώην λειτουργός του Γραφείου Ευημερίας από τη Γεροσκήπου, μετά τον πόλεμο βρέθηκε στο κλιμάκιο του Γραφείου Ευημερίας που φρόντιζε τις γυναίκες με τις σκοτωμένες ψυχές που τις είχαν ατιμάσει τα κτήνη του στρατού της Τουρκίας. Τις γυναίκες που όταν έφταναν στις ελεύθερες περιοχές ήθελαν να σκοτωθούν, να κρυφτούν, να μην τις βλέπει το φως του ήλιου, επειδή πολλές φορές πίστευαν πως έφταιγαν και οι ίδιες που τους έλαχε αυτή η ταπείνωση από βάρβαρα κτήνη. Και ήταν και τα αντρόγυνα που ήθελαν να χωρίσουν γιατί έλαχε στη γυναίκα να υποστεί την ατίμωση και να κουβαλεί το σπέρμα βαρβάρων.
ΕΣΒΗΣΕ ΑΠΟ ΤΑ ΠΥΡΑ
Το 1982, ο κ. Τάκης νυμφεύτηκε την κ. Γεωργία και απέκτησαν δύο γιούδες. Όταν μεγάλωσαν τα παιδιά του, τους είπε αυτό που είπε και στη γυναίκα του. Θεωρεί την κάθε μέρα που του χάρισε ο Θεός μετά τον πόλεμο του 1974, θείο δώρο. Και φροντίζει η ζωή του να είναι μεστή. Να ζει την κάθε της μέρα καλά, ποιοτικά. Να τη χαίρεται. Γιατί το παλληκάρι, που καταγόταν από την επαρχία Πάφου, πέθανε νηστικό, την ώρα που μασουλούσε μια ντομάτα. Μόλις που είχε προλάβει να πει πως ήταν δέκα μέρες νηστικό το παλληκάρι και έσβησε από τα πυρά του αεροπλάνου. Όπως έσβησαν και οι 117 συντρόφοι του στο 256 Τάγμα Πεζικού, εκείνο το καλοκαίρι.
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου