Εάν λάβουμε υπ'όψιν μας ότι το κοινοβούλιο δεν έχει
ΟΥΤΕ ΕΝΑΝ Στρατιωτικό βουλευτή ενώ είναι γεμάτη από
ΦΥΓΟΣΤΡΑΤΟΥΣ αντιλαμβάνεστε γιατί συμβαίνει αυτό.
Καμμία διαφορά δεν υπάρχει και στις Ελληνικές ΕΔ.
Το στράτευμα από το 1964 που δημιουργήθηκε έως σήμερα μέσα από τις εμπειρίες πατέρα και γιουΗ Εθνική Φρουρά βρίσκεται στην κάννη του όπλου εδώ και χρόνια. Η απαξίωση του στρατεύματος στα μάτια των πολιτών ήταν μια διαδικασία σταδιακή, η αποσύνθεσή της όμως είναι αποτυπωμένη από την πρώτη μέρα της ίδρυσής της. Ο νόμος του '64 που διέπει τη λειτουργία της τροποποιήθηκε δεκάδες φορές. Κάθε άρθρο και τροποποίηση. Φέτος κλείνουν 45 χρόνια από τη δημιουργία της ΕΦ και παρά τις όποιες αλλαγές, η ανάγκη για εκ βάθρων ανασυγκρότησή της θεωρείται πια δεδομένη.
Οι παρελάσεις των καλογυαλισμένων αρμάτων δεν πείθουν ούτε για το αξιόμαχο, ούτε για το ακμαίο ηθικό, την ώρα που το ένα πέμπτο των νέων που καλούνται να υπηρετήσουν ζητούν απαλλαγή. (Οι αρμόδιοι δεν μας είπαν πόσοι έφεδροι αρνούνται να ανταποκριθούν στις κλήσεις που λαμβάνουν. Ένας εξ αυτών μας είπε δεν θα ήθελε να εκπυρσοκροτήσει ένα όπλο έτσι ξαφνικά και να αφήσει πίσω οικογένεια και παιδιά!) Τι φταίει; Οι κακοαναθρεμμένοι κι απειθάρχητοι νέοι μας; Η αποστέρηση των δικαιωμάτων τους; Η αποψίλωση των αξιών και του χρέους έναντι στην πατρίδα; Ίσως όλα αυτά μαζί, περισσότερο όμως κάποια άλλα. Γιατί το ψάρι βρομάει από το κεφάλι. Η ΕΦ λειτουργεί στη βάση ενός παραλογισμού και βρίσκεται υπό διάλυση, δηλώνει ευθέως ο Αντρέας Γιαλλουρίδης, ένας συγκροτημένος νέος που απολύθηκε πριν ένα χρόνο από το στράτευμα και είναι σήμερα φοιτητής δημοσιογραφίας. Ο πατέρας του, Σάββας Γιαλλουρίδης, εκφράζει τη γενιά των στρατιωτών της δεκαετίας του '70 και μιλά για τον παραλογισμό της δικής του εποχής, όπου το καψόνι καταντούσε σαδισμός. Άλλοι καιροί. Όμως, πάνω από όλα το χρέος. Στη δεκαετία του '80, ο τότε στρατιώτης Τρύφων Γεωργιάδης, κοιμόταν σε κρεβάτια χωρίς σεντόνια και κουβέρτες γεμάτες σκόρο. Το καψόνι ήταν νόμιμο και μπορούσε να επιβληθεί κάθε στιγμή. Ο Μιχάλης Ανδρέου υπηρέτησε στα μέσα της δεκαετίας του '90. Το καψόνι περιοριζόταν στους γιοτάδες και στους ανεκτικούς. Δηλώνει ευθαρσώς πως εάν γινόταν πόλεμος, θα αναγκαζόταν να παραδοθεί αμαχητί. Το όπλο του, με γεμιστήρα των 20 σφαιρών, πάθαινε εμπλοκή στην πρώτη! Ο οπλουργός δεν ήταν σε θέση να το διορθώσει.
Σάββας Γιαλλουρίδης, στρατιώτης ΛΟΚ1973-75
"Μας έκαναν καψόνι νυχθημερόν"
"Η πιο δύσκολη περίοδος που έζησα ως στρατιώτης ήταν στο Κέντρο Εκπαίδευσης Μονάδων Καταδρομών στην Τύμπου. Οι απαιτήσεις ήταν μεγάλες, οι ασκήσεις ήταν καθημερινές, το ξύλο και το καψόνι φοβερά άγριο. Δεν αρκούσε που η εκπαίδευση ήταν ιδιαίτερα σκληρή, δυστυχώς κάποια παιδιά, όχι όλοι, κυρίως Κύπριοι δεκανείς και λοχίες που ήταν εκπαιδευτές, συστρατιώτες δηλαδή παλαιότερης σειράς, ένιωσαν μέθη με την εξουσία που είχαν πάρει και την χρησιμοποιούσαν για να εξευτελίζουν και να καταρρακώνουν την προσωπικότητα των συστρατιωτών τους. Ορισμένοι από αυτούς, ήταν άτομα χωρίς μόρφωση, προβληματικά, με σαδιστικές τάσεις και με αισθήματα μειονεξίας. Ώρες μεσημβρινής ανάπαυσης σπάνια υπήρχαν, αφού δεκανείς, λοχίες, δόκιμοι περνούσαν για να μας βρίσουν, να μας κτυπήσουν ή να μας κάνουν ατομικό ή ομαδικό καψόνι. Αλλά και τα βράδια, πολλές φορές μας ξυπνούσαν. Άλλοτε για να μας κάψουν τα πόδια με αναπτήρες, άλλοτε για καψόνι, άλλοτε για να κάνουμε τον περίπολό τους. Η χειρότερη βραδιά ήταν η νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Το καψόνι και το ξύλο κράτησε μέχρι τις πρωινές ώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι είχαμε εγγραφεί στις Δυνάμεις Καταδρομών 250 άντρες, αλλά το πράσινο μπερέ τελικά πήραμε μόνο 150. Οι υπόλοιποι δεν άντεξαν τις ασκήσεις, το καψόνι και εκδιώχθηκαν. Όσοι αντέξαμε τις δοκιμασίες χωριστήκαμε στις Μοίρες Καταδρομών".
Τον σκότωσαν!
Συγκλονιστική είναι η περίπτωση που μας αφηγείται ο κ. Γιαλλουρίδης για ένα συστρατιώτη του με εξαίρετο ήθος, άριστο μαθητή, μοναχοπαίδι, ορφανό από πατέρα, ο οποίος δεν άντεχε τους εξοντωτικούς ρυθμούς εκπαίδευσης και ζήτησε να φύγει από τα ΛΟΚ. "Από τότε άρχισε το μαρτύριό του, που είχε τραγική κατάληξη. Τον έβαλαν στο μάτι, του έκαναν καθημερινά καψόνι, τον χτυπούσαν. Μη αντέχοντας άλλο, προσπάθησε να το σκάσει από το Κέντρο Εκπαίδευσης. Τον συνέλαβαν, τον ξυλοκόπησαν άγρια, του φόρτωσαν ένα γυλιό σφαίρες, του φόρεσαν το κράνος και του έδωσαν ένα τριαντάρι πολυβόλο να κρατά σε ανάταση. Παρέμεινε όρθιος σε αυτή τη στάση για ώρες χωρίς νερό και φαγητό. Το άλλο πρωί ξεψύχησε στα χέρια των συστρατιωτών του. Η υπόθεση δεν εξιχνιάστηκε ποτέ. Οι ένοχοι δεν τιμωρήθηκαν".
Το χρέος
Στις Μοίρες οι συνθήκες ήταν πολύ καλές. Το καψόνι ουσιαστικά τελείωσε, γίνονταν φυσικά επίπονες ασκήσεις, όμως υπήρχε καλό φαγητό, έξοδος τρεις Τετάρτες το μήνα και άδεια τρία Σαβββατοκυρίακα. "Νιώθαμε περηφάνια γιατί υπηρετούσαμε σε ένα ξεχωριστό σώμα και είχαμε το σεβασμό των αξιωματικών μας. Αισθανόμαστε τη θητεία ως χρέος και δε μεμψιμοιρούσαμε για τη διάρκειά της. Πιστεύαμε ότι βοηθούσαμε τον τόπο μας για ένα καλύτερο αύριο. Στις Δυνάμεις Καταδρομών ένιωθες ότι πραγματικά η θητεία σου άξιζε τον κόπο. Γιατί υπήρχε εξάσκηση, ήμασταν ετοιμοπόλεμοι κι ανά πάσα στιγμή ικανοί να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε απειλή. Χύναμε ιδρώτα στις ασκήσεις, για να μη χύσουμε αίμα στον πόλεμο. Δυστυχώς η γενιά μας πλήρωσε τα λάθη των πολιτικών μας και στιγματίστηκε με την απώλεια της μισής σχεδόν πατρίδας, χωρίς να φέρει την ευθύνη. Ως μαθητές ζήσαμε το διχασμό Μακαριακών - Γριβικών. Ως στρατιώτες το πραξικόπημα και την εισβολή. Πολεμήσαμε για μια προδομένη πατρίδα, είδαμε φίλους μας να πέφτουν νεκροί. Με το θάνατό τους γκρεμίστηκαν τα πρότυπα ηγεσίας που είχαμε και ξεθώριασαν τα πιστεύω μας σε αξίες. Μέσα σε απόλυτη σύγχυση, μεγαλώσαμε και μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Είναι για αυτό που και αυτά δεν μπορούν πολλές φορές να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες. Όχι μόνο στο στρατό αλλά και στη ζωή. Χάσαμε μέσα σε λίγες μέρες τα πάντα. Και θελήσαμε να τους δώσουμε τα πάντα. Να μην στερηθούν ό,τι στερηθήκαμε. Να μην βιώσουν τη φτώχεια, να μην καταλάβουν την προσφυγιά. Να έχουν μια άνετη ζωή. Ίσως, λοιπόν, να αρνούνται να χάσουν την καλοπέραση που τους προσφέρουμε. Ίσως όμως και να επαναστατούν απέναντι στην υποκρισία και στο ψέμα των μεγάλων. Όταν ζητάμε να παραμείνουν στη σκοπιά 14 ώρες με το αιτιολογικό ότι δεν υπάρχει προσωπικό, ενώ βλέπουν παιδιά επωνύμων να αποφεύγουν τη θητεία, ή να κάνουν εικονική θητεία, είναι φυσικό να επαναστατούν".
Τρύφων Γεωργιάδης: Φαντάρος στη δεκαετία του 1980
"Μια φορά το τρίμηνο μάς έβλεπε το σπίτι μας"
"Ναι, μας έπαιρναν και μας οι πατεράδες μας και οι μανάδες έως την είσοδο του στρατοπέδου, αλλά ήξεραν ότι θα μας ξαναδούν μετά από 40 μέρες. Όσων οι μανάδες στο μεσοδιάστημα έρχονταν να φέρουν από το συρματόπλεγμα σουβλάκια, γίνονταν αντικείμενο άγριας κοροϊδίας. Στο στρατό επιτρεπόταν το ομαδικό καψόνι. Μιλάμε για παράλογα πράγματα. Καψόνι κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, καψόνι στις 3 τα ξημερώματα από μεθυσμένους υπαξιωματικούς που επέστρεφαν από την έξοδό τους. Κρεβάτια χωρίς σεντόνια με κουβέρτες γεμάτες σκόρο, ψύλλους, κατουρλιό και εκσπερματώσεις προηγούμενων σειρών. Μετά τη βασική εκπαίδευση κι άλλο καψόνι στις ειδικότητες και στη συνέχεια στα τάγματα. Μιλάμε για Αλκατράζ. Από Λεμεσό, λόγω έλλειψης βύσματος, έτσι λέγαμε τότε το ρουσφέτι, πήγα στη Βυζακιά στη μέση του πουθενά. Το ζεστό νερό ήταν πολυτέλεια, τα αποχωρητήρια βρόμικα, οι έξι λίρες που μας έδιναν το μήνα εξαντλούνταν στις Κασσούδες στον Αστρομερίτη με την πρώτη έξοδο. Τη Λεμεσό τη βλέπαμε κάθε τρεις μήνες. Βεβαίως υπήρχαν και τα θετικά. Στη Βυζακιά της διετίας 1978-1980 οι στρατιώτες έκαναν φρουτοθεραπεία, εισβάλλοντας στα μποστάνια των κακόμοιρων Βυζακιωτών με ακτίνα δράσης έως και τον Κουτραφά. Ταυτόχρονα μπορούσαμε, ως άλλοι Σταλόνε, να παριστάνουμε τους Ράμπο. Απολογούμαι εκ των υστέρων για τους μερικούς τόνους καρπούζια, πεπόνια που φάγαμε. Απολογούμαι για τους κορμούς των ελαιόδεντρων τους οποίους σε κάθε περίοδο επιφυλακής γεμίζαμε μολύβι με τα μαρτίνια μας και τα στραβόκαννα στεν μας. Πώς ήταν γενικά ο στρατός; Γενικά καλά περάσαμε. Ωριμάσαμε λίγο. Γίναμε περισσότερο λεχρίτες και κυνικοί. Ξεμάθαμε από το διάβασμα και το σχολείο. Όταν αργότερα μπήκαμε στο πανεπιστήμιο, περάσαμε των παθών μας τον τάραχο να ξανανοίξουμε βιβλίο".
Μιχάλης Ανδρέου: Στρατιώτης μέσα της δεκαετίας του 1990
"Το όπλο μου πάθαινε εμπλοκή στην πρώτη σφαίρα"
"Περάσαμε καλά σε γενικές γραμμές. Όμως νιώθαμε φυλακισμένοι. Δυο φορές τη βδομάδα βγαίναμε έξοδο όλη κι όλη και τις άλλες ώρες μην φανταστείτε πως κάναμε και τίποτα! Καθόμασταν κάτω από τον πεύκο να περάσει η ώρα. Ο στρατός δεν πρόσφερε τίποτα. Ήταν χάσιμο χρόνου. Και τώρα που πάω έφεδρος, πάλι χάσιμο χρόνου είναι. Και ασύμφορο για την οικονομία του τόπου. Εγώ ήμουν οδηγός. Τρεις φορές την ημέρα μεταφέραμε το φαγητό στο φυλάκια. Όπως το πηγαίναμε, έτσι άθικτο κατέληγε στον κάλαθο. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα στις ασκήσεις. Όχι πως δεν τρωγόταν. Αντιθέτως. Αλλά όταν νιώθεις φυλακισμένος, προσπαθείς να συμπεριφερθείς όπως όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι. Όταν δεν ερχόταν η μάνα μου ή η αδελφή μου για να φέρει σουβλάκι, παράγγελνα απ' έξω. Τα delivery έκαναν χρυσές δουλειές στη μονάδα... Καψόνι δεν υπήρχε. Θεωρείτο άσκοπο μέσα σε όλη αυτή την αποσύνθεση. Μόνο για να περνά η ώρα, κάποιοι συστρατιώτες αξιωματικοί παρίσταναν τους ωραίους, κοροϊδεύοντας κάτι γιοτάδες και εκείνους που το σήκωναν. Πιστεύω πως στη δική μας εποχή άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Είχαμε περισσότερες παραστάσεις και νιώθαμε πως θα χάναμε δυο χρόνια απ' τη ζωή μας. Τα βλέπαμε όλα μάταια. Ανώφελα. Ήταν ένας παραλογισμός. Κάτι που δεν είχε αξία. Άλλωστε, όταν το όπλο σου δεν δουλεύει, στρατό το λες εσύ αυτό; Για να καταλάβετε, είχα ένα όπλο το οποίο έπαιρνε γεμιστήρα των 20 σφαιρών. Σε κάθε βολή, μόνο την πρώτη σφαίρα έπαιζε! Μετά πάθαινε εμπλοκή. Το διόρθωνε ο οπλουργός, μα πάλι τα ίδια. Όχι πως τα όπλα των συστρατιωτών μου ήταν καλύτερα. Εάν γινόταν πόλεμος, δεν θα μπορούσα να πολεμήσω. Τι στρατός είναι λοιπόν αυτός, όταν ξαποστέλνεις ένα αναπόσπαστο μέλος σου εκτός πεδίου μάχης; Αν περιοριζόταν η θητεία στους έξι μήνες, ίσως να άξιζε τον κόπο. Τόσο χρειάζεται μια εντατική εκπαίδευση, χωρίς να στερείς τη ζωή του άλλου. Γιατί η πατρίδα υπό τα σημερινά δεδομένα ούτως ή άλλως υστερεί".
Αντρέας Γιαλλουρίδης: Υπηρέτησε τη διετία 2006-2008 "Ο στρατός είναι σαν το λύκειο με παραλλαγή"
Ο Ανδρέας πήγε με την αίσθηση του χρέους στο στρατό. Όταν είδε την κατάσταση, ένιωσε θυμό. "Δεν έχει νόημα εκείνο που κάνεις και το ξέρεις. Ουδέποτε θα σε βάλουν να ασχοληθείς με ουσιαστικά πράγματα, αλλά με ηλιθιότητες και είναι τούτο που σου την σπάζει περισσότερο. Για παράδειγμα, η βολή είναι απλή διαδικασία. Μπορείς να πας εκεί, να ρίξεις και να φύγεις... Όμως σε βασανίζουν όλη μέρα! Από τις έξι το πρωί μέχρι το απόγευμα για να ρίξεις 10 σφαίρες! Είναι ο παραλογισμός που σε κάνει περισσότερο να θυμώνεις με το στρατό. Καψόνι δεν υπάρχει πια στις μέρες μας. Μπορεί κάποιος να κάνει αστεία ή να χλευάσει κάποιον, αλλά είναι περιορισμένα όλα αυτά. Και το κόλλημα από τους αξιωματικούς, τίποτα ιδιαίτερο. Σε όλους θα συμβεί κάποια στιγμή, αλλά είναι αναμενόμενο. Εκείνο που ενοχλεί είναι που δεν σε κατανοούν. Και που δεν υπάρχει καμία συνεννόηση μεταξύ των υπευθύνων - ανεύθυνων. Πώς φτάσαμε ως εδώ; Επειδή δεν υπάρχει στρατός στην Κύπρο. Είναι σαν το λύκειο με παραλλαγή. Έχουν ξεφύγει και δεν ασχολούνται με σημαντικά θέματα όπως η εκπαίδευση, αλλά με τη βιτρίνα της ΕΦ. Δεν θα ασχοληθούν με το αν δουλεύουν τα όπλα μας, αλλά με το εάν φαίνονται καθαρά. Αυτό είναι κουραστικό για τους στρατιώτες. Γιατί να καθαρίζεις κάθε μέρα ένα όπλο, την ώρα που ξέρεις ότι εάν το χρειαστείς δεν θα δουλεύει; Εμένα προσωπικά μου την έσπαζαν οι καριερίστες που δεν ήταν εκεί, επειδή ήταν πατριώτες, αλλά για τα λεφτά και την ανέλιξη. Είχα και αξιωματικούς που ασχολούνταν με την ουσία, είχα όμως κι άλλον που μας το είπε ξεκάθαρα: 'Εχθρός μας δεν είναι οι Τούρκοι, αλλά οι εξωτερικές έφοδοι, δηλαδή ο έλεγχος από το ΓΕΕΦ'".
Οι έξοδοι ήταν κάτι περισσότερο από ανθρώπινες, σημειώνει. "Όταν ήμουν νέος έβγαινα δύο φορές. Μετά έγιναν μέρα παρά μέρα... Το φαγητό ήταν γευστικό, αλλά ουδέποτε το εμπιστεύτηκα κι έτσι το απέφευγα. Πόσα έχουν γραφτεί για τις προμήθειες στον στρατό! Μετά ήταν και το θέμα καθαριότητας... Συνήθως παράγγελνα απ' έξω".
Τι απεκόμισα από το στρατό
Παρόλα αυτά, ο Ανδρέας δεν ένιωσε να στερείται δυο χρόνια από τη ζωή του στον στρατό. Προσπάθησε να αποκομίσει όσα μπορούσε, κατά τη διάρκεια της θητείας του. "Έμαθα να ανέχομαι και να σέβομαι, για να μπορούν να με ανεχτούν κι εμένα. Έμαθα να ζω και με άλλους. Άτομα ίσως που πριν δεν ήθελα να έχω σχέση μαζί τους. Διεύρυνα τους ορίζοντές μου. Έγινα πιο κοινωνικός. Κι επειδή ήμουν αρχιφύλακας, έμαθα πώς να προσεγγίζω άτομα και να αναλαμβάνω ευθύνες. Πιστεύω πως αφού ο στρατός δεν σε κάνει πολεμική μηχανή, πρέπει να συμβιβαστείς με αυτό που προσφέρει και όντως προσφέρει κάτι". Πιστεύει πως πρέπει να μειωθεί η θητεία. Αλλά πρώτα χρειάζεται αναδιοργάνωση το Σώμα: "Όχι όπως την εννοούν με το να κλείσουν φυλάκια και στρατόπεδα. Χρειάζεται ανασυγκρότηση ρόλων και καθηκόντων. Πρέπει οι πολιτικοί να θυμηθούν τον πραγματικό ρόλο της ΕΦ. Πιστεύω χρειάζεται να ασχοληθούμε πραγματικά με την εκπαίδευση. Εάν γίνει αυτό, θα μειωθεί και η θητεία. Πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία, ο τρόπος σκέψης. Να καταλάβουμε πως δεν ενδιαφέρει η εικόνα, αλλά η ουσία".
φλασάκι
Τα ναρκωτικά
Ο Ανδρέας σημειώνει πως τα ναρκωτικά αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στο στρατό σήμερα. "Πολλοί έκαναν χρήση μαριχουάνας. Περιστασιακοί χρήστες πάντοτε υπήρχαν, όμως όταν ερχόταν κάποιος που κάπνιζε σε καθημερινή βάση, έπεφταν οι μάσκες και κάπνιζαν και οι υπόλοιποι. Μέχρι που φύτεψαν και φυτά σε φυλάκια και στη νεκρά ζώνη". Πιστεύει πως δεν κάπνιζαν μαριχουάνα λόγω της πίεσης του στρατού. Θεωρεί πως είναι η κουλτούρα των νέων της εποχής. "Ό,τι έκαναν έξω από"" το στρατό, το έκαναν και μέσα. Ήταν ένας τρόπος χαλάρωσης"...
Της Μιράντας Λυσάνδρου
Κωδικός άρθρου: 903222
ΠΟΛΙΤΗΣ - 18/10/2009, Σελίδα: 16
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου