Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

Η χούντα, ο Μακάριος και μια ομιλία του, που πολλοί… ξέχασαν


ΟΙ ΑΠΟΦΡΑΔΕΣ ημέρες του προδοτικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής είναι αφορμή για πολλούς να μηρυκάσουν τα γνωστά συνθήματα και να αναπετάσουν τα λάβαρα του μίσους και της προγραφής. Ταυτόχρονα, οι γνωστοί «πατριώτες-δημοκράτες», που διεκδικούν δάφνες αγωνιστικότητας και αντίστασης κατά της χούντας, παθαίνουν ολική αμνησία όταν ερωτώνται για τη γνωστή ομιλία Μακαρίου, στο Συμβούλιο Ασφαλείας, στις 19/7/1974. Είναι γνωστό ότι ο πρόεδρος Μακάριος συνεργάστηκε με την ελληνική χούντα ποικιλοτρόπως και όλα τα χρόνια της δικτατορίας. Στις 30/5/1967, σε τηλεγράφημά του, ο Μακάριος έλεγε: «Συγχαίρομεν την εθνικήν κυβέρνησιν διά το αναληφθέν υπ’ αυτής έργον και διαβεβαιούμεν ότι τόσον ημείς όσον και η κυβέρνησις ημών επιθυμούμεν στενήν συνεργασίαν». Όσο η Ελλάδα ήταν απομονωμένη, η Λευκωσία καλλιεργούσε την εντύπωση ότι αυτή εκπροσωπούσε τη νομιμότητα και την υπεύθυνη διαχείριση του Κυπριακού. Όμως, όταν, π.χ., δημοσιεύματα σε μερίδα του κυπριακού Τύπου καθύβριζαν αισχρά και σκαιά την Ελλάδα και ιδιαίτερα τους Έλληνες στρατιωτικούς, ο Μακάριος, και για λόγους δικών του σκοπιμοτήτων, αναγκάστηκε να δηλώσει και τα εξής:

«Διατυπούνται κατηγορίαι ή γίνονται υπαινιγμοί σαφείς ή συγκεκαλυμμένοι περί σκευωριών και συνωμοσιών δι’ ανατροπήν της Κυπριακής Κυβερνήσεως και δι’ άλλας υπόπτου φύσεως δραστηριότητας. Τοιαύτα δημοσιεύματα, ως είναι φυσικόν, δημιουργούν πικρίας εις τους Έλληνας αξιωματικούς, δηλητηριάζουν τας σχέσεις μας και πλήττουν την ενότητα του εθνικού μετώπου». Στις 9/8/1967, ο πρόεδρος της πραξικοπηματικής κυβέρνησης της Αθήνας, Γ. Παπαδόπουλος, επισκέφθηκε την Κύπρο, είχε πολύωρες συζητήσεις με τον Μακάριο και σε επίσημη δεξίωση συμμετείχε όλη η κυπριακή πολιτική ηγεσία, μηδέ των ΑΚΕΛικών εξαιρουμένων. Σε δηλώσεις του, ο Γ. Παπαδόπουλος διακήρυσσε ότι «ένωσιν ζητούμεν οι πάντες και διά την ένωσιν αγωνιζόμεθα». Ο δε Μακάριος, συναινών, δεν δίστασε να πλέξει το εγκώμιο του αρχιπραξικοπηματία Παπαδόπουλου και να τον χαρακτηρίσει ως «νέο Ναπολέοντα»! Είπε αυτολεξεί: «Ο Γ. Παπαδόπουλος συνδυάζει εξαιρετικάς ικανότητας και σπάνια προσόντα διά την αντιμετώπισιν των κρισίμων καταστάσεων. Είναι ο νέος Ναπολέων, ο οποίος θα σώσει τον Ελληνισμόν...» (Ανδρ. Ν. Αθανασίου: «Ο άγνωστος πόλεμος Αθηνών-Λευκωσίας», σελ. 98).

Οι σχέσεις Αθηνών-Λευκωσίας, κατά την περίοδο της δικτατορίας, όπως άλλωστε και προηγουμένως, πέρασαν από σαράντα κύματα. Δολοπλοκίες, υστεροβουλίες, υπονομεύσεις, συνωμοσίες και, τελικά, το πραξικόπημα της χούντας του Ιωαννίδη κατά του προέδρου Μακαρίου, στις 15 Ιουλίου 1974. Ο Μακάριος διαφεύγει των πραξικοπηματιών και φτάνει, με τη βοήθεια των Βρετανών, στη Ν. Υόρκη. Στις 19/7/1974 προσφωνεί το Συμβ. Ασφαλείας. Αφού εξιστορεί τα γεγονότα, με αφορμή και την επιστολή που έστειλε στον πραξικοπηματία πρόεδρο Γκιζίκη, στις 13 Ιουλίου, ο Μακάριος χαρακτηρίζει το πραξικόπημα της χούντας ως «εισβολή». Είπε:

«Μπορεί να ισχυρίζονται μερικοί ότι όσα συνέβησαν στην Κύπρο αποτελούν επανάσταση, και ότι η νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε με βάση τον επαναστατικό νόμο. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Δεν υπήρξε επανάσταση στην Κύπρο, που θα μπορούσε να θεωρηθεί εσωτερική υπόθεση. Υπήρξε εισβολή, που παραβίασε την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και η εισβολή συνεχίζεται, και θα συνεχίζεται όσο θα υπάρχουν Έλληνες αξιωματικοί στην Κύπρο. Οι συνέπειες της εισβολής αυτής θα είναι καταλυτικές για την Κύπρο, εάν δεν επανέλθουμε στη συνταγματική ομαλότητα και εάν δεν αποκατασταθούν οι δημοκρατικές ελευθερίες». Αφού επισημαίνει ότι εξαιτίας του πραξικοπήματος επηρεάστηκαν οι συνομιλίες, ο Μακάριος συνέχισε:

«Καλώ τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να τεθεί ένα τέλος στην αφύσικη αυτή κατάσταση, που δημιουργήθηκε με το πραξικόπημα των Αθηνών. Καλώ το Συμβούλιο Ασφαλείας να κάνει χρήση όλων των τρόπων και μέσων που διαθέτει, ώστε να αποκατασταθούν χωρίς καθυστέρηση η συνταγματική τάξη και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου. Όπως ανέφερα ήδη, τα γεγονότα της Κύπρου δεν αποτελούν εσωτερική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Αφορούν και επηρεάζουν και τους Τουρκοκυπρίους. Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας αποτελεί εισβολή, και οι συνέπειές του πλήττουν ολόκληρο τον κυπριακό λαό, Έλληνες και Τούρκους.

»Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν εγκαταστήσει μία ειρηνευτική δύναμη στην Κύπρο. Η παρουσία της δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική υπό συνθήκες πραξικοπήματος. Το Συμβούλιο Ασφαλείας πρέπει να καλέσει το ελληνικό στρατιωτικό καθεστώς να αποσύρει τους Έλληνες αξιωματικούς, που υπηρετούν στην κυπριακή εθνοφρουρά, και να θέσει τέλος στην εισβολή τους στην Κύπρο. Πιστεύω, με όσα στοιχεία παρέθεσα ενώπιόν σας, να σάς έδωσα μία ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης. Δεν έχω ουδεμία αμφιβολία, πως μία αρμόζουσα απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας θα θέσει τέλος στην εισβολή, και θα αποκαταστήσει την παραβιασμένη ανεξαρτησία της Κύπρου και τα δημοκρατικά δικαιώματα του κυπριακού λαού».

Το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου ήταν προδοτικό, αλλά δεν ήταν στιγμιαίο. Οι προϋποθέσεις για την υλοποίησή του τεχνουργήθηκαν εντός και εκτός Κύπρου, από το 1960 μέχρι τον τραγικό Ιούλη του 1974. Πολλοί ισχυρίζονται ότι η βαρύτατη κατηγορία, που ο Μακάριος διατύπωσε κατά της Ελλάδας, ότι, δηλαδή έκανε «εισβολή» στην Κύπρο -πράγμα οξύμωρο, αφού ήδη υπήρχε ελληνικός στρατός στο νησί- διευκόλυνε και έδωσε ισχυρό άλλοθι στην Τουρκία να εισβάλει στο νησί, δήθεν για να αποκαταστήσει τη διασαλευθείσα, από το πραξικόπημα, συνταγματική τάξη. Στην πράξη, οδήγησε στην κρεούργηση και κατάκτηση της Κύπρου. Οι γνωστοί ευκαιριακοί και άλλοι όψιμοι υμνητές του Μακαρίου, καμώνονται να ξεχνούν την ομιλία του στο ΣΑ. Αποτελεί, όμως, και αυτή ιστορικό και ισχυρό τεκμήριο και στοιχείο της κυπριακής τραγωδίας, που είναι αμφίβολο αν ποτέ καθαρθεί και φωτισθεί.