Θα μπορούσε να ήταν σενάριο ταινίας. Σε ένα χωριό της Κύπρου ένα παιδί, ο ήρωάς μας, βλέπει τους «γείτονες» να στριμώχνονται σε λεωφορεία και να φεύγουν. Τα σπίτια τους ύστερα από λίγους μήνες λεηλατούνται. Το παιδί μεγαλώνει και κάποια στιγμή ξεσπάει πόλεμος. Οι «γείτονες» επιστρέφουν, με όπλα πια, και διώχνουν από το χωριό την οικογένεια του ήρωά μας. Αυτός πολεμάει, βλέπει τους φίλους του να σκοτώνονται και όταν το νησί χωρίζεται στα δύο φεύγει για το Λονδίνο. Για να σπουδάσει και να ξεχάσει. Εκεί γνωρίζει κάποιον από τους «γείτονές» του, από εκείνους που είχαν σκοτώσει τους φίλους του και που παλιότερα είχαν εκδιωχθεί από το χωριό. Κουβέντα στην κουβέντα, οι δύο φοιτητές γίνονται φίλοι και προσπαθούν να καταλάβουν πού βρέθηκε τόσο μίσος στο χωριό τους αλλά και σε ολόκληρο το νησί.
Τα χρόνια περνούν, οι άνθρωποι μαλακώνουν αλλά οι λόγοι που τους χωρίζουν δεν εκλείπουν. Κάποια στιγμή όταν ανοίγουν τα οδοφράγματα, ο ήρωάς μας επισκέπτεται το χωριό του και βλέπει ότι στο περιβόλι των γονιών του έχουν εγκατασταθεί ξένοι. Όχι οι «γείτονες», αλλά Άγγλοι άγνωστοι. Και τότε αποφασίζει να τους διώξει. Όχι με όπλα. Με δικαστήρια. Στην αρχή όλοι γελάνε μαζί του. Οι Άγγλοι βάζουν για δικηγόρο τη γυναίκα του πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας. Δαυίδ εναντίον Γολιάθ. Σε κάποιες ταινίες όμως υπάρχουν ανατροπές. Ο Δαυίδ κερδίζει. Οι ξένοι διατάσσονται να φύγουν από το περιβόλι του και ο ήρωας μας γίνεται πρωτοσέλιδο ακόμη και σε βρετανικές εφημερίδες. Αυτός όμως αντί να βγει και να πανηγυρίσει με τον αέρα του νικητή, μαζεύεται, αναλογίζεται τα βάσανα της οικογένειά του αλλά και των «γειτόνων» του και λέει πράγματα που συνήθως μόνο οι πραγματικοί ήρωες τολμάνε να πουν.
Στον πόλεμο ήσασταν στρατιώτης;
Ναι. Μόλις είχα τελειώσει μηχανικός στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο, αμέσως μετά πήγα φαντάρος. Υπηρέτησα στο 70ό Τάγμα Μηχανικού.
Τι συμμετοχή είχατε δηλαδή στον πόλεμο; Ήμουν σε έναν λόχο 50 ατόμων, από τα οποία επιβιώσαμε μόνο 18. Οι περισσότεροι μάλιστα χάθηκαν στο χωριό μου, τη Λάπηθο.
Μέχρι τότε ποιες ήταν οι σχέσεις σας με τους Τουρκοκυπρίους;
Δεν είχα ιδιαίτερες σχέσεις, παρ΄ όλο που ήταν μεικτό χωριό. Άλλωστε, ήμουν μικρό παιδί τότε που έφυγαν οι Τουρκοκύπριοι το 1963.
Όταν λέτε μεικτό χωριό;
Από τους 4.500 κατοίκους που είχε η Λάπηθος, οι 250 ήταν Τουρκοκύπριοι.
Και με την εισβολή τούς μισήσατε;
Δεν πρόλαβα καν να το σκεφτώ αυτό. Στον πόλεμο πολεμάς. Δεν ήξερα καν ποιος είναι απέναντί μου ούτε γιατί το κάνω. Με τα όσα έζησα πίστεψα ότι δεν θα γελάσω ποτέ ξανά στη ζωή μου. Αργότερα, στο Λονδίνο που πήγα για σπουδές με είχαν τραβήξει οι φίλοι μου σε μια φοιτητική συγκέντρωση. Καθόμουν σε μια γωνιά μίζερος. Απέναντί μου ήταν ένα άτομο με την ίδια συμπεριφορά. Ήταν ένας Τουρκοκύπριος. Έπρεπε να απαντήσουμε σε πολλά ερωτήματα. Να εξηγήσουμε πώς βρεθήκαμε αντιμέτωποι. Τελικά, γίναμε φίλοι.
Φαντάζομαι ότι στην αρχή είχατε μεγάλη καχυποψία ο ένας για τον άλλον. Μα, ήμασταν απέναντι στον πόλεμο. 200 μέτρα ο ένας από τον άλλο. Αυτός μέσα στην Αμμόχωστο, εγώ απ΄ έξω. Ο καθένας είχε τις πληγές του. Το ερώτημα όμως ήταν τι είχαμε να χωρίσουμε. Έτσι, σιγά σιγά, κατανοήσαμε ο ένας τον άλλον.
Στο Λονδίνο υπήρχαν μεικτές παρέες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων; Δεν ήταν και τόσο δημοφιλείς αυτές οι παρέες. Για κάποιους ήμασταν προδότες. Αλλά εμείς θέλαμε να κατανοήσουμε γιατί συνέβησαν όλα αυτά. Πέρα από τη δική σου αλήθεια, από την άλλη πλευρά υπάρχει πάντα μια άλλη αλήθεια που χρειάζεται να την κατανοήσεις.
Δεν θα μπορούσε η μια κοινότητα να είχε ακούσει την άλληπριν από τον πόλεμο ή πριν από το ΄63; Εγώ νομίζω πως ναι. Θα σας περιγράψω μια σκηνή από το 1963. Εγώ ήμουν πιτσιρικάς. Οι Τουρκοκύπριοι ήταν μέσα σε ένα λεωφορείο έτοιμοι να φύγουν από το χωριό. Θυμάμαι έναν δικό τους νεαρό να τους καθοδηγεί να φύγουν. Και μια Τουρκάλα να είναι αγκαλιασμένη με τη θεία μου την Αρετή γειτόνισσά της στον τούρκικο μαχαλά. Θυμάμαι τη θεία μου να παίρνει τα κλειδιά και να υπόσχεται στην Τουρκάλα ότι θα της προσέχει το σπίτι. Της έλεγε«όταν επιστρέψετε, όλα θα είναι στη θέση τους». Και βέβαια όλοι ξέρουμε ότι σε 3 μήνες δεν υπήρχαν ούτε πόρτες ούτε παράθυρα σ΄ αυτά τα σπίτια.
Τους φερθήκαμε πολύ άσχημα τότε. Ναι, αλλά ο πόνος θα μπορούσε να μας οδηγήσει να καταλάβουμε η μια κοινότητα την άλλη. Το θέμα είναι γιατί δεν τα καταφέραμε τελικά...
Τι έφταιξαν; Οι ηγέτες; Η Αθήνα και η Άγκυρα; Όλα αυτά, αλλά και η αδράνεια του κόσμου βέβαια. Εγώ θυμάμαι ακόμα κάποιους συγχωριανούς στο καφενείο να λένε ότι τις λεηλασίες στη γειτονιά των Τουρκοκυπρίων θα τις πληρώσουμε κάποια μέρα. Αυτά που έκαναν 5 - 10 άτομα τα πληρώσαμε όλοι ακριβά.
Δεν έφταιξαν λοιπόν μόνο οι ηγεσίες αλλά και οι πολίτες. Ναι, μια ανωριμότητα σ΄ όλα τα επίπεδα μάς οδήγησε σε αυτά τα αδιέξοδα. Έπρεπε να υπερασπισθούμε τους συγχωριανούς μας, τους Τουρκοκυπρίους αλλά σιωπήσαμε.
Ο Καζαντζάκης είχε γράψει για την καταστροφή της Σμύρνης «τον άνθρωπο πολλοί ατίμασαν και Έλληνες και Τούρκοι».Θα το λέγατε αυτό και για το Κυπριακό; Θα το ΄λεγα. Εδώ έχουμε μια παροιμία. «Ο άνθρωπος είναι ο τόπος κι ο τόπος έρημος». Αν προσβάλεις τον άνθρωπο, ουσιαστικά έχεις προσβάλει και τον τόπο. Άκουγα πρόσφατα έναν Τουρκοκύπριο πολιτικό να λέει ότι πρέπει «να υψώσουμε τείχη, δεν υπάρχει άλλη λύση». Εγώ λέω ότι πρέπει να βρούμε λύσεις συνύπαρξης. Δεν μπορούμε να ακονίζουμε τα μαχαίρια μας μέχρι να βρούμε την ευκαιρία, είτε εμείς είτε εκείνοι, για να ξεκαθαρίσουμε τις διαφορές μας. Δεν είναι αυτό το πνεύμα των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων που προσβλέπουν στην Ενωμένη Ευρώπη. Οι λαοί της Ευρώπης ύστερα από ποταμούς αίματος έχουν φτάσει σήμερα σε αξιοζήλευτα επίπεδα πολιτισμού και λύνουν τις διαφορές τους με ειρηνικούς τρόπους. Γιατί όχι και εμείς;
Θα δεχόσασταν, όμως, ένας Τουρκοκύπριος να αποφασίζει, ανά διαστήματα έστω, για σας; Θα το δεχόσασταν ποτέ;
Εγώ λέω ότι πρέπει να δείξουμε εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον. Πρέπει να βρούμε τρόπο να αισθάνεται ο καθένας ότι έχουμε μπροστά μας μέλλον και όχι να αναμασούμε το παρελθόν.
Μήπως, όμως, η συνύπαρξη είναι κάτι εύθραυστο; Μήπως δηλαδή με το παραμικρό αναζωπυρωθούν τα πάθη; Αυτό τώρα δεν το ξέρει κανένας. Πιστεύω ότι αν δεν πάρουμε το ρίσκο της προσπάθειας να βρούμε ένα κοινό μέλλον, δεν θα το μάθουμε ποτέ. Για μένα αξίζει τον κόπο να δοκιμάσουμε τη δυνατότητα να συμβιώσουμε. Και να ελπίζουμε ότι σήμερα που και τους θεσμούς και τους νόμους κατά ένα μεγάλο ποσοστό τους ορίζουν οι Βρυξέλλες και όχι η Λευκωσία, αυτό ενδεχομένως να διαφοροποιεί τα πράγματα από την προγενέστερη εμπειρία μας. Τι στάση είχατε κρατήσει στο σχέδιο Ανάν; Να μου επιτρέψετε να πω ότι το «ναι» και το «όχι» ανήκουν στο παρελθόν. Αυτό που έχει σημασία είναι να κοιτάξουμε μπροστά και να βρούμε κοινό παρονομαστή.
Τι θα τα κάνετε τα κτήματα τώρα που θα τα πάρετε πίσω;
Κατ΄ αρχάς, δεν νομίζω ότι το καθεστώς στα Κατεχόμενα θα επιτρέψει να πάρω την περιουσία μου, όταν μάλιστα έχουν 10.000 ξένους οι οποίοι περιμένουν να δουν τι θα γίνει. Θα εφοδιάζουν τους Όραμς με ένα χαρτί που θα λέει ότι “δεν σας επιτρέπουμε να κατεδαφίσετε”. Θα τους δώσουν και τα χρήματα να πληρώσουν τις αποζημιώσεις και να απαλλαγούν με άλλα λόγια από την απόφαση του δικαστηρίου της Μεγάλης Βρετανίας.
Αν κάποια στιγμή βρεθεί λύση, εσείς θα θέλατε να ζείτε στη Λάπηθο μαζί με Τουρκοκυπρίους;
Αυτό θα ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί. Να μπορεί κάποιος με συνθήκες ασφάλειας, βέβαια, να κατοικήσει σε ολόκληρη την Κύπρο, χωρίς να υπάρχει κανένα πρόβλημα.
Η «σύγκρουση» με την Μπλερ
Πώς αποφασίσατε να μπείτε σ΄ αυτόν τον νομικό αγώνα; Όταν πρωτοπέρασα τα οδοφράγματα το 2003 και αντίκρυσα τις επαύλεις πάνω στις ελληνοκυπριακές περιουσίες, η έγνοια μου ήταν πώς μπορεί αυτό το πράγμα να σταματήσει. Δεν ήταν μόνο που μας έπαιρναν την περιουσία, αλλά ουσιαστικά έτσι καλλιεργούσαν τον διαχωρισμό.
Εμείς δεν έχουμε εκμεταλλευτεί τις περιουσίες των Τουρκοκυπρίων; Αρκετοί Ελληνοκύπριοι, μέσα από νομικές διαδικασίες, χρησιμοποιούν τις περιουσίες των Τουρκοκυπρίων. Δεν τους ανήκουν όμως, γιατί τις χειρίζεται ο κηδεμόνας, ο υπουργός Εσωτερικών. Αν παρουσιαστούν οι Τουρκοκύπριοι ιδιοκτήτες, αυτές οι περιουσίες, με απόφαση του κηδεμόνα, μπορούν να τους επιστραφούν.
Πόσα λεφτά χαλάσατε σ΄ αυτή την υπόθεση;
Τα έξοδα έχουν φτάσει το ένα εκατομμύριο στερλίνες. Από τη στιγμή που ενεπλάκησαν σε αυτή τη διαδικασία δικηγόροι όπως η κ. Μπλερ, αναγκάστηκα και εγώ να προσφύγω στα μεγάλα γραφεία του Λονδίνου.
Η παρουσία της κ. Μπλερ δεν σας φόβισε;
Με φόβισε με την εξής έννοια: όταν αυτοί έβαλαν την Μπλερ, τη γυναίκα του πρωθυπουργού, στην ουσία προσπάθησαν να πουν «θα κερδίσουμε σίγουρα την υπόθεση». Τελικά τους γύρισε μπούμερανγκ. Ακόμα κι αν υπήρχε κάποιος που δεν ήξερε τι συμβαίνει στα Κατεχόμενα, τώρα έμαθε.
Ποια είναι τα συναισθήματά σας απέναντι στους Όραμς; Δεν τους γνωρίζω. Τους συνάντησα για 5 λεπτά πριν αρχίσω την αγωγή. Μετά, τους έβλεπα στα δικαστήρια. Από μακριά. Δεν χαίρομαι που έχασαν. Χαίρομαι γιατί κέρδισαν τα δικά μου ανθρώπινα δικαιώματα. Νίκησαν οι αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρα είναι νίκη και των Τουρκοκυπρίων. Η ίδια η κ. Λίντα Όραμς παραδέχτηκε στο δικαστήριο πως ήξερε ότι η περιουσία ανήκε σε Ελληνοκύπριο. Αλλά μάλλον θεωρούσε ότι το ρίσκο ήταν μικρό.
Στους Τουρκοκυπρίους που χρησιμοποιούσαν την περιουσία σας, σκεφθήκατε ποτέ να κάνετε αγωγή; Μα, μπορώ να καταλάβω σε κάποιο βαθμό, γιατί μέσα στο σπίτι μου ζουν Τουρκοκύπριοι, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω αυτοί οι ξένοι τι γυρεύουν εδώ.
Το χρονικό
Το 2002, οι Όραμς, ένα ζευγάρι Βρετανών συνταξιούχων, αγόρασαν από έναν Τουρκοκύπριο μέρος του χωραφιού με τις λεμονιές και έκτισαν το εξοχικό τους. Ο Αποστολίδης τούς πάει στα δικαστήρια. Το 2006, το πρωτόδικο δικαστήριο της Βρετανίας δικαιώνει τους Όραμς.
Το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όμως αποφαίνεται υπέρ του Αποστολίδη.
Στις 19 Ιανουαρίου 2010 και το βρετανικό εφετείο αποφασίζει ότι οι Όραμς πρέπει να κατεδαφίσουν το σπίτι, να αποζημιώσουν τον Αποστολίδη και να πληρώσουν τα δικαστικά έξοδα.
ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΟ ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ…
-
[image: books] ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΔΙΑΒΑΖΕΤΑΙ, ΔΕΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΤΑΙ.
Μια παρέα νεαρών παιδιών συζήταγε για τα απαγορευμένα ή ύποπτα βιβλία.
Αυτά που κρύβουν κάτι «σκοτ...
Πριν από 12 χρόνια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου